γράφει η Μαρία Κακουλίδου - Μηχανικός Ανακαίνισης και Αποκατάστασης Κτιρίων.
Το στυλ ροκοκό εμφανίστηκε στη Γαλλία στις αρχές του 18ου αιώνα, ως συνέχεια του μπαρόκ στυλ. Η καθιέρωση του συνέπεσε χρονικά με τη βασιλεία του Λουδοβίκοu ΙΕ. Σε αντίθεση με τα βαρύτερα θέματα και τα πιο σκούρα χρώματα του μπαρόκ, το ροκοκό είναι ανάλαφρο ενώ τα χρώματα του είναι πολύ φωτεινά και διάφανα χωρίς βαθιές φωτοσκιάσεις. Τα μοτίβα του ροκοκό εστίαζαν στην ανέμελη αριστοκρατική ζωή, στην ρομαντική διάθεση και τη φύση παρά στις ηρωικές μάχες ή στις θρησκευτικές προσωπικότητες που υπήρχαν στο μπαρόκ. Το ροκοκό διήρκησε μόνο τρείς με τέσσερις δεκαετίες γι αυτό και στα μέσα του 18ου αιώνα είχε κιόλας ξεπεραστεί από το Νεοκλασικό στυλ.
Ιστορική ανάπτυξη
Το Ροκοκό αναπτύχθηκε πρώτα στην εσωτερική διακόσμηση. Η λεπτότητα των σχεδίων του ροκοκό θεωρείται ως μία αντίδραση στις υπερβολές του μπαρόκ. Η καλλιτεχνική αλλαγή καθιερώθηκε πρώτα στο βασιλικό παλάτι και στη συνέχεια σε όλη την υψηλή γαλλική κοινωνία. Το 1730 στη Γαλλία το ροκοκό είχε μεγάλη ανάπτυξη. Το στυλ εξαπλώθηκε από Γάλλους καλλιτέχνες έγινε εύκολα αποδεκτό από τα Καθολικά μέρη της Γερμανίας, τη Βοημία, και την Αυστρία, όπου συγχωνεύθηκε με τη ζωντανή γερμανική παράδοση του μπαρόκ. Ιδιαίτερα στα νότια, το γερμανικό ροκοκό εφαρμοζόταν με ενθουσιασμό στις εκκλησίες και τα παλάτια.
Στην Ιταλία, το τέλος του μπαρόκ στυλ του Borromini και Guarini έδωσε την αρχή για το ροκοκό στο Τορίνο, τη Βενετία, τη Νάπολη και τη Σικελία, ενώ οι τέχνες στην Τοσκάνη και τη Ρώμη παρέμεναν προσκολλημένες στο μπαρόκ. Από το 1780, το ροκοκό είχε φύγει από τη μόδα στη Γαλλία, αντικαταστάθηκε από την τάξη και την σοβαρότητα των Νεοκλασικών καλλιτεχνών, όπως ο Jacques Louis David. Υπήρξε μια ανανέωση του ενδιαφέροντος για το ροκοκό μεταξύ 1820 και 1870. Οι Άγγλοι πρωτοστάτησαν στην αναβίωση του "Λουδοβίκου ΙΔ΄ στυλ" όπως λεγόταν, και κατέβαλλαν υψηλές τιμές για μεταχειρισμένα είδη πολυτελείας που μετά βίας θα μπορούσαν να πωληθούν στο Παρίσι.
Έπιπλα και διακοσμητικά στοιχεία
Τα ανάλαφρα σχέδια του ροκοκό είναι πιο ευπαρουσίαστα σε μικρότερη κλίμακα, έτσι η τέχνη του γαλλικού ροκοκό κυριάρχησε στους εσωτερικούς χώρους. Τα μεταλλικά αντικείμενα, οι πορσελάνινες φιγούρες, και ειδικά τα έπιπλα είχαν ιδιαίτερη απήχηση από την υψηλή κοινωνία της Γαλλίας που διακοσμούσε τα σπίτια της συμφώνα με το νέο στυλ.
Το στυλ ροκοκό χρησιμοποιούσε ιδιαιτέρως την ασυμμετρία, μια 'γεύση' πρωτόγνωρη για το ευρωπαϊκό στυλ. Η τεχνική του να αφήνεις στοιχεία για ασύμμετρες επιπτώσεις λέγεται κοντράστ. Πολύ γνωστό παράδειγμα διακοσμητικού στοιχείου είναι το ρολόι τοίχου του Charles Cressent σε επίχρυσο-ορείχαλκο που οι λεπτομέρειες του συμπληρώνονται με "contraste" και το “Fire Dog”, του François-Thomas Germain.
Πολλοί τεχνίτες επίπλων, ταπήτων και πορσελάνης εργάζονταν με μισθό για λογαριασμό της Αυλής. Έτσι, δημιουργήθηκαν στο Παρίσι τα ταπητουργεία Γκομπλέν (Manufacture des Gobelins). Οι πιο γνωστοί επιπλοποιοί ήταν ο Francois Oeben, ο Antoine Gaudreau και ο Bernard II van Risenbergh. Ο Etienne- Maurice Falconet (1716–1791) ήταν διευθυντής ενός περίφημου εργοστασίου πορσελάνης στην Sevres. Θα πρέπει εδώ αν σημειώσουμε πως το ροκοκό, στον τομέα της διακοσμητικής και της αρχιτεκτονικής ήταν αποκλειστικά και μόνο θέμα των ανώτερων κοινωνικών τάξεων και δεν άγγιζε καθόλου τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις.
Αρχιτεκτονική
Στην αρχιτεκτονική, βαρύτητα δίνεται στο αστικό σπίτι, μικρό σε διαστάσεις, διακοσμημένο εσωτερικά με καθρέφτες, τζάκια, ανάγλυφες διακοσμήσεις ροκοκό με επιχρυσώσεις και προτίμηση στα άσπρα χρώματα, με έπιπλα σε αυτό το στιλ. Η αναδιοργάνωση των κήπων και των πλατειών που περικυκλώνουν τα κτίρια αποκτά σημασία ως στοιχεία που ολοκληρώνουν την μεγαλοπρέπεια της αρχιτεκτονικής. Παραδείγματα είναι το παλάτι των Βερσαλλιών (Palace of Versailles), το Παλάτι της μοναξιάς (Castle Solitude) στη Γερμανία, η εκκλησία της Βαυαρίας (Church of Wies ), τα παλάτια Sanssouci (Sanssouci Palace) στο Πότσδαμ και τα Ανάκτορα Σενμπρούν (Schloss Schönbrunn) στη Βιέν.
Ζωγραφική
Στη ζωγραφική παρατηρείται μια προτίμηση σε θέματα με κομψές φιγούρες σε ειδυλλιακό περιβάλλον, σε δάση, σε κήπους, να περπατούν, να διασκεδάζουν, να παίζουν μουσικά όργανα κτλ, όλα αυτά σε μια ανέμελη ατμόσφαιρα που θυμίζει ή υποβάλλει θέατρο, αφού οι άνθρωποι στις εικόνες κινούνται και συμπεριφέρονται σαν μαριονέτες ή ως ηθοποιοί σε σκηνή. Κύριοι Γάλλοι εκπρόσωποι στη ζωγραφική είναι: ο Jean-Antoine Watteau (1684-1721) στα έργα του οποίου διακρίνουμε μια μελαγχολική διάθεση, ο Francois Boucher (1703–1770) που διακρίνεται για τον ερωτισμό του, ο Ζαν Νατιέ (1685-1766) για την κολακεία του, ο Jean Honore Fragonard (1732–1806) για το συναισθηματισμό του, μία από τις ελάχιστες πραγματικά αξιόλογες γυναίκες ζωγράφους της δυτικοευρωπαϊκής τέχνης η Μαρί Λουίζ Ελιζαμπέτ Βιζέ-Λεμπρέν (Marie Louise Elisabeth Vigee Lebrun), o Jean Siméon Chardin, και ο Giovanni Domenico Ferretti, ενώ οι Άγγλοι εκπρόσωποι είναι ο Joshua Reynolds και ο Thomas Gainsborough.
Γλυπτική
Στη γλυπτική, σημαντική είναι η εμφάνιση της πορσελάνης με συμπλέγματα συνήθως δύο φιγούρων (άνδρας- γυναίκα) ή και μία μόνο φιγούρα. Τα θέματα της αγάπης και της επιθυμίας διακρίνονταν στη γλυπτική, σαν να ήταν στοιχεία της φύσης, καμπύλες γραμμές και ασυμμετρίας. Οι πιο διάσημοι γάλλοι γλύπτες είναι: ο Robert le Lorrain, ο Michel Clodion και ο Jean-Baptiste Pigalle. Στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν αγάλματα ερωτικής διάθεσης με κινήσεις χαριτωμένες, πολλές φορές χορευτικές και στάσεις πολύπλοκες, αγάλματα με παιδιά, με κριτήριο την ομορφιά της παιδικής ηλικίας, την παιχνιδιάρικη διάθεση και την ανεμελιά που τα παιδιά αποπνέουν.
Μουσική
Το Galante στυλ (Galante style) ήταν το ισοδύναμο του ροκοκό στη μουσική ιστορία, μεταξύ μπαρόκ και κλασικού, και δεν είναι εύκολο να οριστεί με λέξεις. Το ροκοκό στυλ μουσικής αναπτύχθηκε από μόνο του χωρίς την μπαρόκ μουσική, ιδίως στη Γαλλία. Παραδείγματα είναι ο Jean Philippe Rameau και ο Louis- Claude Daquin.