Μέχρι και τη δεκαετία του '80, τα περισσότερα σαλόνια διαχωρίζονταν από τον υπόλοιπο χώρο του σπιτιού με διπλές, συνήθως συρόμενες ή ανοιγόμενες πόρτες, περιορίζοντας την πρόσβαση των μελών της οικογένειας, και ιδιαίτερα των παιδιών. Μάλιστα, τα παντζούρια συχνά παρέμεναν κλειστά, αφήνοντας τον χώρο σκοτεινό. Ο βασικός λόγος πίσω από αυτή την πρακτική ήταν η ανάγκη προστασίας των ακριβών επίπλων και διακοσμητικών που τοποθετούνταν στο σαλόνι. Έτσι, η χρήση του χώρου περιοριζόταν, με στόχο τη διατήρηση των επιφανειών και των πολύτιμων αντικειμένων της οικογένειας σε άριστη κατάσταση.
Επιπλέον, το σαλόνι έπρεπε να είναι διαρκώς καθαρό και τακτοποιημένο, ώστε να είναι έτοιμο να φιλοξενήσει επισκέπτες, ακόμη κι αν αυτό συνέβαινε σπάνια. Στην πράξη, το σαλόνι άνοιγε σχεδόν αποκλειστικά σε γιορτές, όπως τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, ή σε σημαντικές οικογενειακές εκδηλώσεις, όπως αρραβώνες και γάμους. Τότε, ο χώρος αποκτούσε ξανά ζωή, υποδεχόμενος φίλους και συγγενείς.
Σήμερα, όμως, η χρήση και ο σχεδιασμός του καθιστικού έχουν αλλάξει ριζικά. Στις σύγχρονες κατοικίες, το καθιστικό αποτελεί συχνά έναν ενιαίο χώρο που συνδέεται αρμονικά με την κουζίνα και την τραπεζαρία, εξυπηρετώντας τις ανάγκες μιας πιο ανοιχτής και διαδραστικής καθημερινότητας. Η απομόνωση του χώρου δεν υφίσταται πλέον, και το σαλόνι χρησιμοποιείται καθημερινά για δραστηριότητες όπως χαλάρωση στον καναπέ, τηλεθέαση, εργασία, ακόμα και γεύματα.
Αυτή η εξέλιξη αντικατοπτρίζει τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές και πολιτισμικές ανάγκες, αλλά και την τάση προς πιο ευέλικτους και πολυλειτουργικούς χώρους διαβίωσης. Ως εκ τούτου, οι επαγγελματίες της αρχιτεκτονικής, της διακόσμησης και των ανακαινίσεων καλούνται να αφουγκράζονται αυτές τις αλλαγές, προσφέροντας λύσεις που συνδυάζουν αισθητική, λειτουργικότητα και πρακτικότητα. Έτσι, το καθιστικό συνεχίζει να κατέχει τον κεντρικό του ρόλο στη ζωή των ενοίκων, ανταποκρινόμενο στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής.