Το κίνημα της υπερβολής, του πλούτου, του δράματος, της έντονης θεατρικότητας συνεχίζει να προκαλεί στο θεατή έντονα συναισθήματα.
Μετά την Αναγέννηση και ειδικότερα το Μανιερισμό στην Ευρώπη του 17ου αιώνα και για δύο περίπου αιώνες (1600-1750) το μπαρόκ αποτέλεσε το νέο τρόπο έκφρασης που ξεκίνησε από τη Ρώμη και εξαπλώθηκε παντού κυρίως στις καθολικές χώρες.
Η επιτυχία του οφείλεται και στη στήριξη που του πρόσφερε η Καθολική Εκκλησία, γιατί το πληθωρικό και δραματικό ύφος του στις θρησκευτικές αναπαραστάσεις προκαλούσε το δέος στους πιστούς.
Αυτό εξυπηρετούσε την Αντιμεταρρύθμιση (Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) για προπαγάνδα ενάντια στην Μεταρρύθμιση και τον Προτεσταντισμό.
Ταυτόχρονα η αριστοκρατία και η βασιλική εξουσία ικανοποιούσε τη ματαιοδοξία της με το επιβλητικό ύφος της μπαρόκ αρχιτεκτονικής στα κτίρια και τα χλιδάτα παλάτια για να εντυπωσιάσει και να επιβληθεί.
Ο όρος μπαρόκ προέρχεται από την πορτογαλική λέξη barocco, που σημαίνει το ακανόνιστο μαργαριτάρι, ενώ η γαλλική λέξη baroque σημαίνει αλλόκοτος ή παράδοξος.
Εκτός από τις εικαστικές τέχνες και την αρχιτεκτονική ο όρος μπαρόκ χαρακτήριζε τη μουσική και τη λογοτεχνία της εποχής.
Η εποχή του μπαρόκ χωρίζεται σε τρεις φάσεις την πρώιμη (1600-1640), την υψηλή (1640-1680) και την όψιμη (1680-1750).
Το πρώιμο μπαρόκ εξελίχθηκε κάτω από την παπική προστασία στη Ρώμη, όπου ο Carracci και ο Caravaggio διαφοροποιήθηκαν από τους μανιεριστές ζωγράφους, ενώ στην αρχιτεκτονική οι προσόψεις του Carlo Maderno οργανώθηκαν με μια πιο γλυπτική διαμόρφωση (Ναός της Αγίας Σουζάνας και Βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη).
Το υψηλό μπαρόκ χαρακτηρίζεται από πληθωρικές τάσεις στην αρχιτεκτονική με καλύτερους εκπροσώπους τον Bernini, που διακρίθηκε και στη ζωγραφική και τον Borromini, ενώ ο da Cortona διακρίθηκε στη ζωγραφική. Αυτή την περίοδο διεθνοποιείται το στυλ με την εμφάνιση εξαιρετικών ζωγράφων, όπως ο Rembrandt, ο Rubens, ο Velázquez.
Κατά την όψιμη εποχή του το ιταλικό μπαρόκ χάνει την καλλιτεχνική κυριαρχία του από το γαλλικό χάρις κυρίως στην προστασία που του προσέφερε ο Λουδοβίκος XIV. Το στυλ έγινε επίσης δημοφιλές στη Γερμανία και Αυστρία με την εμφάνιση νωπογραφιών του Tiepolo. Από την Ευρώπη το μπαρόκ διαδόθηκε πέρα από τον Ατλαντικό και εξαπλώθηκε στην Αμερική.
Βαθμιαία όμως οι επιβλητικές και πομπώδεις φόρμες του παραχώρησαν τη θέση τους στα ελαφρύτερα και με μεγαλύτερη χάρη περιγράμματα του ροκοκό.
Γενικά χαρακτηριστικά
Οι καμπύλες γραμμές σε όλες τις μορφές τους στις εικαστικές τέχνες εναντιώνονται στην αυστηρότητα της ευθείας γραμμής της ιταλικής Αναγέννησης.
Οι διαπλεκόμενοι όγκοι των κτιρίων διαμορφώνουν αναδιπλούμενους χώρους, στους οποίους υπάρχει αυστηρή ιεράρχηση, διαρκής κίνηση και διάκοσμος που ενσωματώνει όλες τις τέχνες.
Ζωγραφική, γλυπτική και αρχιτεκτονική αλληλένδετες στη γενική διάρθρωση του κτιρίου, δημιουργούν χώρους που προκαλούν στο θεατή συναισθήματα και ψυχολογία για ενεργή συμμετοχή στα δρώμενα μέσα στο χώρο.
Ο περίτεχνος διάκοσμος σε θόλους και οροφές δημιουργούν ψευδαισθήσεις για τη μορφή των επιφανειών.
Το φως με την έντεχνη εκμετάλλευση του δημιουργεί έντονες φωτοσκιάσεις που προσφέρουν την απαραίτητη δραματικότητα στο χώρο.
Αρχιτεκτονική
Το μπαρόκ στην αρχιτεκτονική εμφανίστηκε ως αντίδραση στην άκαμπτη συμβατικότητα του κλασικισμού της ιταλικής Αναγέννησης, με τις καμπύλες γραμμές και το διάκοσμο, τις φωτοσκιάσεις.
Τα έργα είναι μεγάλης κλίμακας, όπως η πλατεία του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη από τον Bernini. Άλλοι σημαντικοί μπαρόκ αρχιτέκτονες είναι ο Francesco Borromini, ο Pietro da Cortona, και ο Giovanni Guarini στην Ιταλία. Ο Louis Le Vau και ο Jules Hardouin-Mansart στη Γαλλία, οι αδελφοί Asam και ο Balthasar Neumann στη βόρεια Γερμανία, ο Sir Christopher Wren στην Αγγλία.
Η εξωστρέφεια του μπαρόκ συνδέεται με την αλλαγή στην αντίληψη για το κτίριο και τη θέση του στην πόλη του 17ου αιώνα. Το κτίριο εντάσσεται στο περιβάλλον του, οπότε ο εξωτερικός δημόσιος χώρος διαμορφώνεται βάσει σχεδιασμού.
Έτσι εμφανίζονται οι μπαρόκ πλατείες που αντιμετωπίζονται σαν σκηνικά σύμφωνα με τη θεατρικότητα και τη μεγαλοπρέπεια που επιτάσσει το στυλ. Οι ανδριάντες μοναρχών και στρατηγών και οι μνημειώδεις κρήνες (Fontana di Trevi) αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία των πλατειών αυτών. Χαρακτηριστικές πλατείες οι Piazza Navona στη Ρώμη, η Place Vendôme στο Παρίσι, οι πλατείες της Νάπολι.
Ζωγραφική
Ο Michelangelo Merisi da Caravaggio με τις δυνατές συνθέσεις του και την καταλυτική παρουσία του φωτός είναι πρώιμος εκπρόσωπος της μπαρόκ ζωγραφικής. Βέβαια η οικογένεια Carracci και ο Guido Reni θεωρούνται τυπικοί εκπρόσωποι του πρώιμου μπαρόκ, καθώς δημιούργησαν οπτικές απάτες στην αρχιτεκτονική διακόσμηση με τις μεγάλης κλίμακας αναπαραστάσεις στις οροφές ή τους τοίχους, όπου με τη χρήση της προοπτικής και των φωτοσκιάσεων δίνουν την εντύπωση ότι ο χώρος εκτείνεται στο άπειρο και ο θεατής συγχέει τα όρια του πραγματικού και του φανταστικού.
Τα έργα των Pietro da Cortona και του Il Guercino αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα του ώριμου, 'υψηλού' μπαρόκ. Στη Φλάνδρα το μπαρόκ εκπροσωπούν ο Peter Paul Rubens και ο Anthony van Dyck, ενώ στην Ισπανία ο Diego Velázquez και ο José Ribera. Στην προτεσταντική Ολλανδία όπου η μεσαία τάξη και όχι η Εκκλησία είχε υπό την προστασία της το μπαρόκ, εκπρόσωποι του ήταν ο Rembrandt, ο Jοhan Vermeer και ο Frans Hals.
Γλυπτική
Η γλυπτική συμβάλλει στη δημιουργία οπτικών παραισθήσεων με αγάλματα και διακοσμητικά στοιχεία στον εσωτερικό χώρο και τις όψεις των κτιρίων να μην επιτρέπουν την ανάδειξη της δομικής κατασκευής τους.
Κύριοι εκπρόσωποι της γλυπτικής μπαρόκ ο Bernini, του οποίου το έργο 'Η Έκσταση της Αγίας Θηρεσίας' αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα έκδηλου συναισθηματισμού. Επίσης μπαρόκ γλύπτες και οι Γάλλοι Pierre Puget και Antoine Coysevox.
Μουσική
Στη μουσική το μπαρόκ ανιχνεύεται στην Καμεράτα, μια συντροφιά ποιητών και μουσικών που αναβίωσαν τα στοιχεία του ελληνικού δράματος και ανέπτυξαν τη μορφή της όπερας στη Φλωρεντία.
Η σονάτα, σουίτα, και το κοντσέρτο-γκρόσο εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου μπαρόκ. Αναπτύχθηκαν επίσης οι φωνητικές μορφές της όπερας, το ορατόριο, η καντάτα. Στους μπαρόκ συνθέτες συγκαταλέγονται ο Girolamo Frescobaldi και ο Antonio Vivaldi στην Ιταλία, ο Johann Pachelbel και ο Johann Sebastian Bach στη Γερμανία και ο George Frideric Handel στην Αγγλία.