Θα μπορούσε το άχυρο να διεκδικήσει μια περίοπτη θέση στη σημερινή δόμηση; Η ακόμα καλύτερα στη δόμηση του μέλλοντος;
Το άχυρο έχει χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν, πολλές φορές στη δόμηση: Μερικά παραδείγματα αποτελούν οι αχυρένιες καλύβες ή η κατασκευή των τσατμάδων (τοίχων μικρού πάχους και βάρους) των σπιτιών της μακεδονικής αρχιτεκτονικής.
Το άχυρο είναι ένα από τα φιλικότερα προς το περιβάλλον δομικά υλικά, καθώς είναι πλήρως ανανεώσιμο και απορροφά CO2 κατά την ανάπτυξή του. Οπότε τα κτίρια που κατασκευάζονται με αυτό το υλικό αφήνουν μικρό ή ακόμη και αρνητικό αποτύπωμα άνθρακα. Η επεξεργασία του αχύρου δεν είναι καθόλου ενεργοβόρα ενώ η ποσότητα του υλικού που συλλέγεται και δεν χρησιμοποιείται, μπορεί να επιστραφεί στη γη, να δοθεί ως ζωική τροφή ή να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμη υλη.
Πέρα όμως από το γεγονός ότι πρόκειται για ένα απόλυτα φυσικό υλικό, το άχυρο έχει ένα μοναδικό πλεονέκτημα που μπορεί να το καταστήσει ως ένα από τα πλεονεκτικότερα δομικά υλικά. Διαθέτει εξαιρετικές θερμομονωτικές ιδιότητες και συνεπώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υλικό τοιχοποιίας.
Τα ενεργειακά οφέλη από τη χρήση ενός τέτοιου υλικού είναι πολλαπλά. Για παράδειγμα η εξοικονόμηση ενέργειας για τη θέρμανση του κτιρίου, μπορεί να φτάσει και το 80%. Βέβαια, η επίτευξη ενός τέτοιου υψηλού ποσοστού προϋποθέτει ότι θα έχουν ληφθεί και μια σειρά άλλων μέτρων, όπως χρήση θερμομονωτικών κουφωμάτων και σωστός προσανατολισμός κτιρίου.
Τα προκατασκευασμένα πάνελ από ξύλο και άχυρο.
Υπάρχουν αρκετοί τρόποι χρήσης του άχυρου στη δόμηση. Στο άρθρο αυτό όμως θα αναλυθεί η μέθοδος των προκατασκευασμένων πάνελ και αυτό γιατί τα πάνελ μπορούν να έχουν τυποποιημένες ιδιότητες και διαστάσεις.
Ο ασβέστης είναι ένα από τα παλαιότερα γνωστά υλικά, το ίδιο παλιό όσο και η πέτρα. Χρησιμοποιήθηκε το 4000π.Χ. για την κατασκευή των πυραμίδων της Αιγύπτου και το 1500π.Χ. για τα παλάτια της Κνωσού στην Κρήτη.
Πρόκειται για ένα «θαυματουργό» υλικό με ποικίλες εφαρμογές στον καθαρισμό των ρύπων, του πόσιμου νερού, στην απολύμανση των χώρων διαβίωσης, στη βιομηχανία τροφίμων, στις ιχθυοκαλλιέργειες, κλπ.
Γιατί να προτιμήσετε τον ασβέστη σε σχέση με τα συμβατικά χρώματα τοίχου (ακρυλικά, υδροχρώματα κλπ.)
Τι πρέπει να γνωρίζετε:
πηγή εικόνας: Η Κάλπικη Λίρα
Πώς να ασπρίσετε το σπίτι σας
Πρώτο χέρι: Φτιάξτε ένα πολύ αραιό διάλυμα από ασβέστη και νερό και περάστε ένα χέρι τους τοίχους. Προσοχή: Το διάλυμα πρέπει να είναι πολύ αραιό, ώστε να ποτίσει τους τοίχους. Κατά τη διάρκεια του χρωματισμού το αποτέλεσμα φαίνεται γκρι αλλά μην ανησυχείτε. Μόλις στεγνώσει θα αποκτήσει λευκό χρώμα.
Δεύτερο χέρι: Το δεύτερο διάλυμα ασβέστη και νερού θα πρέπει να είναι πιο πηχτό (σαν γάλα). Για να περάσετε το δεύτερο χέρι θα πρέπει να περιμένετε να στεγνώσει το πρώτο. Όταν περνάτε τον ασβέστη στον τοίχο, το αποτέλεσμα φαίνεται γκρι (ή λασπωμένο). Μην ανησυχείτε διότι ο ασβέστης γίνεται λευκός, μόλις στεγνώσει.
Τρίτο χέρι (ή και τέταρτο χέρι): Το τρίτο χέρι έχει την ίδια ακριβώς αναλογία νερού και ασβέστη με το δεύτερο χέρι. Το μυστικό του τελευταίου χεριού είναι η προσθήκη αλατιού (ή λαδιού) στο διάλυμα. Η προσθήκη αυτή γίνεται ώστε να μην φεύγει ο ασβέστης από τον τοίχο κάθε φορά που τον αγγίζουμε. Έτσι λοιπόν προσθέστε μια χούφτα χοντρό αλάτι στο δοχείο με το ασβεστόνερο και περαστέ το τρίτο χέρι.
Tip: Όταν θα χρειαστεί να ξανα-φρεσκάρετε το σπίτι σας με ασβέστη μην ξεχάσετε να προσθέτετε στο διάλυμα και μια χούφτα χοντρό αλάτι, για να σταθεροποιηθεί ο ασβέστης στον τοίχο και να μη σας λερώνει κάθε φορά που τον αγγίζετε.
Tip: Στο τελευταίο χέρι, μπορείτε να προσθέσετε και λουλάκι (indigo) για να γίνει ακόμα πιο λευκός ο τοίχος.
πηγή εικόνας: Η Κάλπικη Λίρα
Δοκιμάσαμε στην πράξη να ασβεστώσουμε μια κατοικία
Μία συνεργάτης του decobook.gr και αρχιτέκτων αποφάσισε να δοκιμάσει στην πράξη το ασβέστωμα μιας κατοικίας και μας ενημερώνει:
"Σε ένα παλαιό κτίσμα (πρό του 1923) έγιναν νεότερες προσθήκες και κτίστηκαν καινούργιοι τοίχοι. Προκειμένου, οι συγχρονες προσθήκες να εναρμονίζονται με την υφιστάμενη κατασκευή, αποφάσισα να τους ασβεστώσω. Έτσι, μετά τον σοβά πέρασα κατευθείαν ασβέστη, χωρίς μάλιστα να προηγηθεί αστάρωμα. Το πρώτο χέρι του ασβέστη, το ρουφούσε, σχεδόν ολοκληρωτικά ο τοίχος, οπότε το αποτέλεσμα ήταν αποκαρδιωτικό. Όταν όμως στέγνωσε το πρώτο χέρι, είχε ήδη αρχίσει να φαίνεται ένα λευκότερο αποτέλεσμα.
Όταν οι εργάτες ξεκίνησαν να περνούν το δευτερο χέρι, πάλι το αποτέλεσμα δεν ήταν ενθαρρυντικό και ανησυχούσα ότι είχα κάνει λάθος επιλογή και οτι έπρεπε να είχα χρησιμοποιήσει πλαστικά χρώματα τοίχου. Πράγματι, όσο περνούσαμε το δευτερο χέρι, ο υγρός ασβέστης φαίνονταν γκρί και λασπωμένος. Όταν όμως στέγνωσε, το αποτέλεσμα ήταν λευκό. Στο τρίτο χέρι, ήμουν πλέον αισιόδοξη, και πράγματι το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό.
Διάφοροι τεχνίτες του τόπου, μου είπαν ένα μυστικό: να ρίξω στο τελευταίο χέρι, μέσα στο μίγμα του ασβεστόνερου, λάδι. Με αυτόν τον τρόπο, το τελευταίο χέρι θα ήταν σταθερό και δεν θα λέρωνε τα ρουχα όσων ακουμπουσαν πανω στον τοίχο. Η ιδέα όμως της προσθηκης λαδιου, δε μου πολυάρεσε καθώς το λαδι είναι αρκετά ακριβό για να το ρίχνω στον ασβέστη. Τελικά, ένας νεαρός τεχνίτης μου είπε, ότι στο χωριό του στην Αλβανία, όπου συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να ασπρίζουν τα σπίτια τους, στο τελευταίο χέρι ρίχνουν χοντρό αλάτι (και όχι λάδι). Έτσι, λοιπον δοκίμασα το αλάτι και το αποτέλεσμα ήταν άψογο.
Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο είναι το χαμηλό κόστος του ασβέστη. Αν χρησιμοποιούσα πλαστικά χρώματα το κόστος των υλικών θα έφτανε τα 100-150 ευρώ. Αντιθέτως, ένα σακί ασβέστη κοστίζει (αν θυμάμαι καλά) 4 ευρώ περίπου. Χρησιμοποίησα, περίπου 3 σακιά και με αυτά ασβεστώσαμε και την αυλή, και την περίφραξη.
Ένα αλλο εντυπωσιακο στοιχείο του ασβεστη είναι οτι δε δημιουργεί 'μπαλώματα'΄. Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού, που είναι μια ηλικιωμένη κυρία ήθελε να βοηθήσει στο άσπρισμα και έτσι άσπριζε καθημερινά μια μικρή περιοχή. Παρόλο όμως, που άσπριζε μικρές-μικρές περιοχές και με ακανόνιστες βουρτσιές, εντούτοις το τελικό αποτέλεσμα ήταν ομοιόμορφο"
Απόσμασμα απο την τανία 'Η Καλπικη Λιρα'
πηγή εικόνας: Η Κάλπικη Λίρα
Αφηγητής της ταινίας:
«Η ιστορία που θα σας διηγηθώ, αρχίζει αρκετό καιρό πιο πριν σε κάποια φτωχική γειτονιά, στο βάθος μιας λαϊκής αυλής που βομβούσε σα μελλίσι από τα χαρούμενα ξεφωνητά και τα παιχνίδια των πιτσιρίκων της. Εκεί μέσα σε αυτή τη γραφικότητα της φτώχειας, υπήρχε και ένα μικρό κοριτσάκι.. Η φανίτσα ....…. Μεροκαμιατάρης ασπριτζής ο πατέρας, δούλευε σκληρά με τις βούρτσες του και τους ασβέστες του, μα με τα λίγα που οικονομούσε τίποτα δεν έλειπε από το φτωχικό δωματιάκι που το άσπριζε κάθε μήνα και έλαμπε πεντακάθαρο σαν μια άσπιλη και λευκή εικόνα οικογενειακής ευτυχίας.
Έτσι καθαρός ήθελε να είναι πάντα και στη ζωή του ο ασπριτζής. Σε κανένα δεν του άρεσε να χρωστάει. Και αν καμιά φορά έμενε κανένας απλήρωτος λογαριασμός, είχε πρόχειρη τη βούρτσα του για να σβήσει τα βερεσέδια.
Ασπριτζής (ο Λαυρέντης Διανελλος)
Ε κυρ Παναγιώτη, κάποιο χρέος έχω στο μαγαζί. Να τ’ ασπρίσω να πατσίσουμε;
Μαγαζάτορας
Πάλι χωρίς δουλειά είσαι ρε Αναστάση;
Ασπριτζής:
Κρίση-κρίση, κυρ Παναγιώτη μου. Να μας γεμίσεις και τη μπουκάλια λάδι και θα σου κάνω ένα άσπρισμα.. μεγαλείο. Τζάμπα.
Μαγαζάτορας
Άιντε,.. χαλάλι σου.. Φέρε τη μπουκάλα Φανίτσα
Αφηγητής:
Η βούρτσα του Ανάσταση, έσβηνε χαρούμενη τα βερεσέδια. Και έτσι με αυτό το βιολί ο φιλότιμος μεροκαματιάρης, λίγο-πολύ τα έφερνε βόλτα. Κανένας δεν του έλεγε όχι. Ένα άσπρισμα που πληρωνόταν σχεδόν με το τίποτα ήταν ότι χρειάζονται ο κάθε νοικοκύρης μαγαζάτορας. Και η βούρτσα με τον ασβέστη θαυματουργούσε πάντα στις δύσκολες στιγμές… Και ο Ανάστασης έβγαινε πάντα ασπροπρόσωπος ακόμα ως και στον ψιλικατζή που ψώνιζε καραμέλες, η φανίτσα, το αγγελούδι του.. Έτσι ο ανάστασης είχε καταφέρει να ασπρίσει γραμμή όλους τους μαγαζάτορες της συνοικίας… ¨